Η ίδρυση του βυζαντινού κάστρου Γαρδικίου ανάγεται στους χρόνους κατά τους οποίους η Κέρκυρα ήταν προσαρτημένη στο Δεσποτάτο της Ηπείρου (1214-1267). Η κατασκευή του ίσως σχετίζεται με την παρακείμενη πηγή νερού και με τον έλεγχο της γειτονικής λιμνοθάλασσας Κορισσίων. Μετά την υποταγή του νησιού στη Βενετία (1386) το κάστρο του Γαρδικίου παρήκμασε.
Ο οχυρωματικός περίβολος είναι ελλειπτικής κάτοψης, με περίμετρο 332 μ. και περικλείει συνολική έκταση 5.165,70 τ.μ. Διακόπτεται σε κανονικά διαστήματα από οκτώ διώροφους πύργους, στους οποίους ανοίγονται τοξοθυρίδες. Εκτός από την κύρια είσοδο, πύλες ανοίγονται σε τρεις ακόμα πύργους. Οι πύργοι επικοινωνούσαν με το εσωτερικό του φρουρίου με δύο επάλληλα ανοίγματα. Ο όροφος ενός πύργου χρησιμοποιήθηκε ως παρεκκλήσι, όπως υποδηλώνουν υπολείμματα τοιχογραφιών στο εσωτερικό του. Στον περίβολο και στους πύργους διαμορφώνονταν επάλξεις στις οποίες οδηγούσαν λιθόκτιστες κλίμακες.
Στο βραχώδες εσωτερικό του κάστρου δεν έχει εντοπιστεί κανένα κτίσμα εκτός από έναν κλίβανο, πιθανόν για την παρασκευή ασβέστη. Η τοιχοποιία του είναι από αργολιθοδομή με διάσπαρτα θραύσματα κεράμων. Σε ορισμένα μόνο τμήματά της έχουν χρησιμοποιηθεί λαξευμένοι λίθοι καθώς και ογκώδεις λαξευμένοι αρχαίοι δόμοι. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η τοιχοποιία δύο πύργων στην … πλευρά με τη χρήση οριζόντιων πλίνθινων ζωνών όπως και η διαμόρφωση με τυφλά τόξα και κόγχες πάνω από τα υπέρθυρα των ανοιγμάτων.
Κατά τις εργασίες αποχωμάτωσης στο πλαίσιο του έργου «Αποκατάσταση Βυζαντινού Φρουρίου Γαρδικίου Κέρκυρας» (ΕΣΠΑ 2007-2013) που υλοποιήθηκε από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κέρκυρας, ήρθαν στο φώς στοιχεία για τη χρήση του χώρου από την αρχαιότητα. Στο εσωτερικό του κάστρου αποκαλύφθηκε κτερισμένη ταφή βρέφους σε αμφορέα (εγχυτρισμός) του 6ου αι. π.Χ., περίβολος με ταφές υστερορρωμαϊκών-παλαιοχριστιανικών χρόνων και ακτέριστοι κεραμοσκεπείς τάφοι.